Greek Ancient Art
D.Z. Stathopoulos

Δημήτριος Ζ. Σταθόπουλος - Αγγειογράφος

Αττικός ερυθρόμορφος οξυπύθμενος αμφορέας, 500-495 π.χ Αποδίδεται στον ζωγράφο του Κλεοφράδη, Ύψος 56εκ. Απο το Vulci της Ετουρίας. Mόναχο, staatliche Antikensammlungen NI 8732 (SH 2344 WAF).

Είναι εξαιρετικά μικρός ο αριθμός των οξυπύθμενων αμφορέων, αγγείων βασικά οινοφόρων, που φέρουν διακόσμηση. Και ανάμεσα τους ο αμφορέας αυτός, που διακοσμείται με έξοχη διονυσιακή παράσταση, πολυ ταιριαστή και με τη χρήση του, ειναι ο πιο εντυπωσιακός και ασφαλώς ο πιο γνωστός.
Στο μέσο της κύριας πλευράς κυριαρχεί η μορφή του πλούσια ντυμένου Διόνυσου, που κρατώντας κάνθαρο και κλαδί κλήματος, κατευθύνεται προς τα δεξιά, στρέφοντας το κεφάλι του προς τα πίσω. Μπροστά του μια μαινάδα προσπαθεί με τον θύρσο της να αποκρούσει την επίθεση ενός ερωτύλου σατύρου, ενώ πίσω από τον θεό μια άλλη μαινάδα κινείται ορμητικά προς τα δεξιά για να αποφύγει ανάλογη επίθεση απο άλλο σάτυρο.
Στη δεύτερη όψη τρίτος σάτυρος, παίζοντας διπλό αυλό, κοιτάζει κατά πρόσωπο τον θεατή, πλαισιούμενος από δύο εκστατικές μαινάδες.
Στον λαιμό τα θέματα της διακόσμησης είναι εμπνευσμένα απο τον κόσμο της παλαίστρας.
Σε κάθε όψη έχουμε απο τρείς ζωηρές μορφές αθλητών να ασχολούνται κυρίως με το αγώνισμα του δίσκου αλλά και του ακοντίου. Ίσως πρόκειται για αθλητές πεντάθλου.
Είναι, χωρίς αμφιβολία, ένα αριστουργηματικό έργο της αρχαίας ελληνικής αγγειογραφίας.
Η τρίμορφη ουσιαστικά σύνθεση κάθε όψης του αγγείου, με τα μέλη των γυμνών και ιθυφαλλικών σατύρων να κινούνται προς κάθε κατεύθυνση, με τους θύρσους, τα φίδια και τα κεφάλια των πλούσια ντυμένων μαινάδων να τινάζονται στο κενό, διακατέχεται από ανεπανάληπτη διονυσιακή έκσταση και μανία και κάνει τον θεατή να αισθάνεται δέος. Τα θορυβώδη και έντονα κινημένα μέλη του διονυσιακού θιάσου δίνουν την εντύπωση οτι στροβιλίζονται πάνω στις καμπύλες επιφάνειες του αγγείου. Αξιοπρόσεκτη είναι και η πολυχρωμία που απαντάται εδώ. Εκτός απο μαύρο, κόκκινο και ιώδες χρώμα, αισθητή είναι η παρουσία και ενός αραιωμένου μαύρου σε μαλλιά μαινάδων καθώς και στις δορές και στον κάνθαρο του στεφανωμένου με κισσόφυλλα Διονύσου.
ΜΙΧΑΛΗΣ ΤΙΒΕΡΙΟΣ

Η ονομασία του αγγείου προέρχεται από τις λέξεις αμφί + φέρω. Πρόκειται για ένα μεγάλο αγγείο με δύο κατακόρυφες λαβές που ξεκινούν από το χείλος και καταλήγουν στο σώμα του. Χρησίμευαν για την αποθήκευση λαδιού, οίνου, μικρών καρπών αλλά και για τη μεταφορά νερού.

Διακρίνουμε δύο βασικούς τύπους αμφορέων:

α) Οι ενιαίοι αμφορείς με λαιμό και σώμα που σχηματίζουν ενιαία καμπύλη
β) Οι αμφορείς με λαιμό. Στον τύπο αυτό ο λαιμός ξεχωρίζει από το σώμα. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν οι παναθηναϊκοί αμφορείς και οι οξυπύθμενοι, οι οποίοι φέρουν κυλινδρικές λαβές και σώμα που καταλήγει οξύ στη βάση (ίσως τοποθετούνταν σε υπόστατα (στηρίγματα). Στους αμφορείς αυτούς τοποθετούνταν τα προς εξαγωγή προϊόντα, γι’ αυτό τους βρίσκουμε κυρίως σε ναυάγια αρχαίων εμπορικών πλοίων.

Ο εικονιζόμενος αμφορέας αναφέρεται ως: Ενιαίος αμφορέας τύπου Β
Το σώμα και ο λαιμός σχηματίζουν ενιαία καμπύλη. Το χείλος προεξέχει και είναι ευθύ. Οι λαβές είναι κυλινδρικές και εκτείνονται από την κλίση του ώμου ως το μέσο του λαιμού. Η βάση έχει σχήμα ανεστραμμένου εχίνου.
Εμφανίστηκε περίπου στα 610 π.Χ.
Διακοσμητικά ήταν χωρισμένος σε δύο αντικριστά τμήματα.
Ανάμεσα στη τμήματα αυτά εμφανίζονταν φυτικά σχέδια, ενώ η βάση ήταν διακοσμημένη με ακτίνες.

  • ΥΨΟΣ: 56 εκ
  • ΒΑΡΟΣ:10Kg